Θύμα σε έπλασε η ζωή, ίσως κι οι συγκυρίες
εσύ μονάχα ξέρεις πως πολέμησες...
Μάχες σκληρές ίσως να πήγαν μάταια
ψυχές σημαδεμένες από απώλεια της μνήμης
ορίζοντες ονείρων βάφτηκαν στα γκρίζα.
Ανέβηκες βουνά· δέντρα καψαλισμένα απ’ τη λαίλαπα της ματαιοδοξίας
Κατέβηκες με βήμα μπερδεμένο την πλαγιά
αντίκρυσες το ρεύμα του θανάτου να κατηφορίζει κάθε ρέμα
κι όμως δεν λιποψύχησες, κι ας είχες χέρια ματωμένα
Σηκώνοντας το βλέμμα προς τον ουρανό αντίκρυσες τη ματαιότητα
παρ’ όλα αυτά ανέβηκες τα σκαλοπάτια·
πέτρινη σκάλα που οδηγούσε στ’ όνειρο.
Η αντοχή σου έσπασε· γονάτισες, παρέδωσες το πνεύμα
μα το κορμί συνέχισε να πολεμά απτόητο·
πάλεψε να σταθεί στα πόδια του, κρούοντας μάνταλα σε βαριές πόρτες.
Ασήκωτο τσεκούρι τρεφόταν απ’ τις σάρκες του
το απομύζησε αποζητώντας κι άλλο αίμα
μ’ αυτό συνέχισε να προχωρά, πιστό σε ιδέες πίστης.
Ιδρώτας έκοψε το νιούτσικο κορμί στο θέαμα του πεπρωμένου
κανένας δεν κατάφερε να ρίξει έστω και ένα ακόμα βλέμμα στο κενό
μη θέλοντας να δει τον Θάνατο να περιμένει...
All Writing.Com images are copyrighted and may not be copied / modified in any way. All other brand names & trademarks are owned by their respective companies.
Generated in 0.06 seconds at 9:50pm on Dec 22, 2024 via server WEBX1.